Έχοντας δει πρόσφατα το remake του Lion King ήμουν αρκετά βέβαιος ότι θα περάσει αρκετός καιρός μέχρι να κυκλοφορήσει ένα remake χειρότερο από αυτό. Δυστυχώς η Disney δεν άργησε να με διαψεύσει. Αρχικός μου σκοπός ήταν να αποφύγω τη νέα Mulan, όπως η Disney αποφεύγει τις πρωτότυπες ιδέες. Όταν όμως το Twitter timeline μου άρχισε να πλημμυρίζει από meme-worthy κλιπάκια της ταινίας, αποφάσισα να αλλάξω τη στάση μου. Αφού θυμήθηκα δε πως η Disney χρεώνει 30 δολάρια ανά θέαση της ταινίας στο Disney+, για το οποίο απαιτείται ήδη ξεχωριστή συνδρομή των 7 δολαρίων, ένιωσα μια υποχρέωση να την κατεβάσω πειρατ…εννοώ να περιμένω μέχρι σήμερα για την πρεμιέρα της στις ελληνικές αίθουσες.
To remake της δικιάς της κλασικης ταινίας κινουμένων σχεδίων του 1998 είναι πλέον αντιπροσωπευτικό των προβλημάτων που μαστίζουν τις σύγχρονες απόπειρες του κολοσσού της βομηχανίας θεάματος. Ως είθισται πια με τέτοιες ταινίες, η συζήτηση περιστρέφεται κυρίως γύρω από αυτή, αλλά όχι τόσο για αυτή. Παρότι εμένα είναι σκοπός μου να κρίνω τη ταινία με βάση το περιεχόμενο της, θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρω έστω τα βασικά σημεία διαμάχης.
Οι πρώτες έντονες αντιδράσεις σημειώθηκαν όταν η πρωταγωνίστρια στον ομώνυμο χαρακτήρα της ταινίας, Yifei Liu, δήλωσε τη συμπαραστασή της στην αστυνομία του Hong Kong, εν καιρώ βίαιων συμπλοκών με τις φιλοδημοκρατικές ομάδες διαδηλωτών στη πόλη. Οι εκκλήσεις για μποικοτάζ της ταινίας δεν άργησαν να έρθουν, αν και κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο πιο εκκωφαντικές θα γίνουν μετά την αποκάλυψη πρόσφατων γεγονότων.
Πριν από αυτό όμως, το μικρό πείραμα της Disney να βγάλει την ταινία πρώτα στο Disney+, ούτως ώστε να μην ρισκάρει να καθυστερήσει άλλο την πρεμιέρα της ταινίας λόγω κορονοϊού, κατάφερε να διχάσει το φιλοθεάμον κοινό. Όπως προαναφέραμε, η ταινία απαιτεί πληρωμή 30 δολαριών ανά θέαση, μαζί με την απαραίτητη συνδρομή στην υπηρεσσία, και θα γίνει διαθέσιμη δωρεάν στους συνδρομητές στις 4 Δεκεμβρίου. Φυσικά τη Disney τη βολεύει αυτή η εξέλιξη, καθώς δοκιμάζει έτσι την ανοχή των καταναλωτών της σε τόσο εχθρικές προς αυτούς τακτικές και εξετάζει την βιωσιμότητα των digital releases για τόσο ακριβές παραγωγές.
Όταν λοιπόν η Mulan έκανε την αφιξή της στη μικρή οθόνη, ένα μάλλον μακάβριο trivia άρχισε να κυκλοφορεί. Αποκαλύφθηκε πως μέρος της ταινίας έχει γυριστεί στην επαρχία Xinjiang, το μέρος στο οποίο πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή η πολιτισμική γενοκτονία της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων. Μάλιστα στους τίτλους τέλους της ταινίας η Disney ευχαριστεί οκτώ κρατικούς οργανισμούς, μερικοί εκ των οποίων φαίνεται να είναι υπεύθυνοι για την διαχείριση των στρατοπέδων κράτησης της περιοχής. Παρά τις απόλυτα δικαιολογημένες αντιδράσεις σε αυτή τη νεότερη εξέλιξη, δεν μπορώ να πω ότι εκπλήσσομαι.
Η Disney είναι η εταιρεία που διαφήμισε το ότι ο LeFou είναι γκέυ, στο remake του Beauty and the Beast χωρίς να τον κάνει φανερά γκεύ στην οθόνη. Διαφήμισε το πρώτο λεσβιακό φιλί σε ταινία Star Wars, κάπου χαμένο στο background, και μετα το αφαίρεσε από τις κόπιες τις ταινίας που θα πήγαιναν σε χώρες που στερούνται αντίστοιχων προοδευτικών θέσεων. Όπως τόσες ακόμα εταιρείες τα τελευταία χρόνια, η Disney είναι πολιτικά ενεργή εφόσον δεν επηρεάζεται η γραμμή παραγωγής της. Το να ξεχνάει κανείς πως αυτές οι εταιρίες κυνηγάνε μόνο τα κέρδη και το να περιμένει από αυτές πολιτική συνέπεια και αυθεντικό προοδευτισμό είναι ο ορισμός της αφέλειας.
Σε αυτό το ταραχώδες κλίμα λοιπόν καλείται αυτή η νέα εκδοχή του λαϊκού μύθου να ξεχωρίσει, πράγμα το οποίο δεν καταφέρνει καθόλου καλα. Παρά την έντονη αποστροφή μου προς τα remakes, δεν θεωρώ ότι ένα remake της Mulan είναι κακή ιδέα από τη συλληψή της. Άλλωστε ο θρύλος της γυναίκας-πολεμίστριας, που πάει στο πόλεμο στη θέση του πατέρα της ντυμένη σαν άντρας στρατιώτης, είναι μέρος της κινέζικης παράδοσης και έχει ειπωθεί και μεταφερθεί άπειρες φορές σε όλα τα δυνατά μέσα. Έτσι μια νέα ταινία δράσης, που αντλεί από την αρχαία παράδοση πιστότερα απ’ ότι το κινούμενο σχέδιο και εισάγει νέα στοιχεία στο μύθο, θα είχε προοπτικές. Αυτός ήταν και ο λόγος που αρχικά ήμουν αισιόδοξος με την απόφαση να κοπούν απο τη ταινία τα τραγούδια από το original, καθώς το ερμήνευσα σαν απόπειρα να υπάρξει ξεκάθαρος διαχωρισμός ανάμεσα στις 2 ταινίες. Ήμουν αρκετά αφελής..
Μέχρι τώρα τα live action remakes των κλασικών κινουμένων σχεδίων της Disney ακολουθούν ώς ένα βαθμό την ίδια αποδοτική φόρμουλα. Αρχικά επιλέγουν οικονομικά επιτυχημένες ταινίες τους με ενεργά fanbases, οι οποίες βρίσκονται ακόμα και τώρα σε εξαιρετική κατάσταση και δεν φαίνεται να χρειάζονται κάποια ανανεωμένη αφήγηση. Είναι σημαντικό ότι η επιλογή γίνεται καθαρά με βάση οικονομικά κριτήρια και όχι από κάποια καλλιτεχνική ανάγκη για update της υπάρχουσας ιστορίας. Έχοντας ήδη έτοιμο το σενάριο, την καλή θέληση και το προϋπάρχον δέσιμο του κοινού με τους χαρακτήρες, οι δημιουργοί κάνουν επιφανειακές αλλαγές, ίσα ίσα για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη του remake. Παράλληλα διατηρούν στοιχεία της πρωτότυπης ταινίας, που υπολογίζουν ότι το κοινό περιμένει να δει, τα οποία όμως στερούμενα το αρχικό τους context αποκαλύπτωνται ως αυτό που πραγματικά είναι: φτηνό, κυνικό fan service.
Αυτή είναι ακριβώς η συνταγή που η νέα Mulan εκτελεί κατά γράμμα. Προσθέτει νέα στοιχεία στην ιστορία, αλλά νιώθει την ανάγκη να κάνει συνεχώς επίκληση στη νοσταλγία του κοινού, καθώς δεν είναι αρκετά σίγουρη ότι στέκεται στα δικά της πόδια. Παρότι θα ήταν παγίδα να μείνουμε μόνο στην αναπόφευκτη σύγκριση ανάμεσα στη νέα Mulan και την “απόγονό” της, διότι η ταινία παρουσιάζει μια πληθώρα άλλων προβλημάτων, θεωρώ συνετό να τη χρησιμοποιήσουμε σαν αφετηρία, αφού πρώτα διασαφηνίσω τη θέση μου για το πρωτότυπο.
Δίχως να έχω δει την πρώτη απόπειρα της Disney εδώ και πολλά χρόνια, έμεινα έκπληκτος με την έντονη συναισθηματική απήχηση και τις ευαισθησίες της που παραμένουν ακόμα και 22 χρόνια μετά επίκαιρες. Η ταινία διαθέτει αδιαμφισβήτητα κάποιες από τις καλύτερες στιγμές που έχει να προσφέρει η Disney, όπως τα τραγούδια “Reflection” και “Be a Man”, καθώς και την φανταστική σκηνή της κατολίσθησης. Η Mulan είναι εύκολα μια από τους πιο συμπαθητικούς και προσιτούς χαρακτήρες από το ρόστερ της εταιρείας, η οποία πλαισιώνεται όμως και από ένα εξίσου αξιομνημόνευτο καστ χαρακτήρων, ολοί με τη δική τους προσωπικότητα και story arcs. Το καλογραμμένο σενάριο ανυψώνεται βέβαια τόσο από το άψογο animation όσο και από την εξαιρετική μουσική του Jerry Goldsmith, η οποία προσδίδει στο έργο την επική διάσταση που απαιτεί μια τέτοια ιστορία.
Φυσικά δεν πρόκειται για μια ταινία δίχως σφάλματα. Σαν μιούζικαλ δεν είναι τόσο δυνατό όπως το Lion King, όπου κάθε κομμάτι είναι καλύτερο από το προηγούμενο. Επίσης ο κύριος ανταγωνιστής της ταινίας, αν και απειλητικός, δεν είναι αρκετά αξιοσημείωτος. Το βασικό μου πρόβλημα όμως, που θεωρώ και το πιο αμφιλεγόμενο, είναι η ύπαρξη του Mushu. Μολονότι αγαπημένος χαρακτήρας για τους φαν της ταινίας, θεωρώ ότι ο Eddie Murphy είναι πιο συχνά ενοχλητικός, παρά αστείος, ενώ συχνά διαταράσσει τις σοβαρές στιγμές της ταινίας. Βέβαια παραδέχομαι ότι είναι ανεξάρτητος χαρακτήρας με δικα του θέλω και όχι απλα αξεσουάρ της πρωταγωνίστριας, κάτι που δεν συναντάμε συχνά σε κωμικα sidekicks. Επιμένω όμως πως η παρουσία του είναι περιττή, αφού η συναναστροφή της Mulan με τους συντρόφους της είναι αρκετό comic relief.
Ανεξάρτητα από αυτά, το κινούμενο σχέδιο παραμένει μια συναρπαστική, αστεία και συναισθηματικά φορτισμένη περιπέτεια, που χωρίς να είναι ακριβής στην ιστορική πραγματικότητα του μύθου που αφηγήται παραμένει αληθινή στο πυρήνα της ιστορίας του. Μια ταινία που κερδισε δίκαια την επιτυχία της σε όλον το κόσμο, ή μάλλον σε όλο το κόσμο εκτός από μια χώρα: τη Κίνα.
Το κινέζικο κοινό δεν εκτίμησε ούτε τις δυτικές επιρροές στην μυθολογία τους, ούτε το slapstick χιούμορ της ταινίας. Εκείνη την εποχή κάτι τέτοιο δεν αποτελούσε και το τέλος του κόσμου. Τώρα όμως η Κίνα διαθέτει αγοραστική δύναμη ικανή να σώσει franchises. Δεν είναι απορίας άξιο λοιπόν που η Disney αποφάσισε να εγκαταλείψει όλα τα στοιχεία που έδιναν στη δική της εκδοχή ενέργεια, φρεσκάδα και χαρακτήρα. Πιστεύω πως δεν πρόκειται για καλλιτεχνική επιλογή αλλά οικονομική ανάγκη, ώστε να ικανοποιηθούν οι επιταγές της παγκόσμιας αγοράς. Ως αποτέλεσμα η σύγχρονη Mulan είναι μια άχαρη, σοβαροφανής δυτική απομίμηση ταινιών wuxia (δηλαδή ταινιών με πολεμικές τέχνες), που προσπαθεί απεγνωσμένα να ικανοποιήσει τους πάντες και καταλήγει να μην ικανοποιεί κανένα. Ακόμα και το κινέζικο κοινό, που τόσο απεγνωσμένα προσπαθεί η Disney να προσεγγίσει, είναι βέβαιο πως θα μείνει ανικανοποίητο.
Θα ακολουθήσουν μικρά spoilers
Η πρώτη και βασική αλλαγή της ιστορίας έχει να κάνει με την ίδια τη Mulan. Στη νέα ταινία η Mulan, αντι για μια κανονική κοπέλα που πρέπει να πασχίσει και να χρησιμοποιήσει την εξυπνάδα της για να ξεπεράσει τις αντιξοότητες, είναι εξ αρχής μια σούπερ ήρωας, χάρις στη μεγάλη ποσότητα τσι που διαθέτει. Το πρόβλημα είναι πως οι γυναίκες δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τσι, διότι θεωρούνται μάγισσες. Με αυτή τη κομβική αλλαγή στη κατεύθυνση της ιστορίας, η Mulan γίνεται από μια πρωταγωνίστρια που αγωνίζεται και προπονείται για να γίνει καλύτερη, σε μια που είναι ήδη τέλεια και χρειάζεται μόνο να το αποκαλύψει και στον υπόλοιπο κόσμο. Αυτή είναι συχνά η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σε ένα χαρακτήρα στον οποίο όλοι μας μπορούμε να δούμε ένα κομμάτι του εαυτού μας και των προβλημάτων μας και ένα που μας φαίνεται ξένος.
Επιπροσθέτως η παρουσία του τσι περιπλέκει την αφήγηση, στερώντας από τα φεμινιστικά μηνύματα της ταινίας. Στο κινούμενο σχέδιο η Mulan ξεκάθαρα δεν συμβιβάζεται με τις ιδέες που έχει η κοινωνία της σχετικά με τη θηλυκότητα και στην προσπαθειά της να σώσει τον πατέρα της καλείται να βιώσει και να αντιμετωπίσει το σεξισμό υποδυόμενη έναν άντρα. Στο remake όμως τα πάντα είναι πιο προφανή, πιο εύπεπτα. Το τσι εκπροσωπεί με έναν σχεδόν παιδιάστικο τρόπο τις απαιτήσεις της κοινωνίας που μια ταινία για παιδία πριν από 22 χρόνια δεν φοβόταν να δείξει.
Η ιστορία της Mulan είναι πια λιγότερο η προσπάθεια αυτοπραγμάτωσης και η εύρεση του σκοπού της σε μια κοινωνία ανδρων και περισσότερο το να αποκτήσει το θάρρος να δείξει τις υπεργαμάτες δυνάμεις της. Από κάποια στιγμή και μετά το γεγονός ότι η ηρωίδα μας κρύβει το τσι της γίνεται πιο σημαντικό από το γεγονός ότι κρύβει το φύλο της. Είναι πραγματικά άξιο απορίας πως μια ταινία που στοχεύει σε καθαρά παιδικό κοινό, μπορεί να είναι πιο ώριμη και διακριτική στη προσεγγισή της σε ζητήματα όπως ο σεξισμός και ο πόλεμος από ένα σύγχρονο blockbuster.
Αν και σαν concept διαφωνώ με την ύπαρξη μιας μαγικής ικανότητας, νομίζω θα ήταν υπεραπλούστευση να κατηγορήσω μόνο αυτή για το πόσο ανιαρό και συναισθηματικά κενό είναι το arc της Mulan σε σχέση με το πρωτότυπο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ίδια η Mulan, ή μάλλον η ηθοποιός που την ενσαρκώνει. Σύμφωνα με τη Disney πέρασαν από casting χίλιες κοπέλες μέχρι να καταλήξουν στην Yifei Liu. Δεν μπορώ λοιπόν να καταλάβω πως κατέληξαν με μια ηθοποιό που όχι απλά δεν μπορεί, αλλά δεν φαίνεται καν να αποπειράται να δείξει κάποιο συναίσθημα. Θα έλεγα ότι η Liu μιμείται άψογα τον Orlando Bloom, αλλά αυτό θα ήταν προσβολή ακόμα και για τα δικά του περιορισμένα υποκριτικά ταλέντα. Η Κινεζοαμερικάνα ηθοποιός διατηρεί την ίδια ξύλινη έκφραση κατα τη μεγαλύτερη διάρκεια της ταινίας, καθιστώντας έτσι αδύνατο το να νοιαστείς για αυτήν ή έστω να καταλάβεις τους στόχους της.
Συγκριτικά η προκατοχός της είναι από τους πιο εκφραστικούς animated χαρακτήρες και είναι εύκολο να τη συμπονέσεις και να κατανοήσεις τι την κινητοποιεί. Επιπλέον φαίνεται πιο πρόθυμη να υποστηρίξει τη γνώμη της, σε αντίθεση με αυτή τη νέα πιο υπάκουη εκδοχή, που παραμένει σιωπηλή σε σημεία κλειδιά της ιστορίας. Το σενάριο της στερεί στιγμές όπως την ηχηρή αντιθεσή της στην στράτευση του πατέρα της μπροστα στους αυτοκρατορικούς στρατιώτες, αλλά και στο οικογενειακό τραπέζι.
Πιο αισθητή είναι ομως η διαφορά στη σκηνή όπου η Mulan αποφασίζει να καταταχτεί στη θέση του πατέρα της. Στο κινούμενο σχέδιο, η προετοιμασία της ηρωίδας ουσιαστικά παίρνει τη μορφή ιεροτελεστίας και νιώθουμε όλο το βάρος και τις συνέπειες που έχει αυτή η απόφαση στο μέλλον της. Στο remake απλά παίρνει το σπαθί του πατέρα της και στο επόμενο πλάνο φοράει ήδη τη πανοπλία της. Μια σκηνή που όχι μόνο στερείται της βαρύτητας του προκατόχου της, αλλά σχεδόν στηρίζεται αποκλειστικά σε αυτόν για να βγάλει κάποιο υποτυπώδες συναίσθημα.
Το τυπικό remake της Disney γνωρίζει ότι το κοινό του έχει δει και λογικά αναπτύξει μια στενή νοσταλγική σχέση με την πρωτότυπη ταινία. Επομένως αφαιρεί απρόσεκτα κομμάτια της αρχικής ιστορίας, αφού υποθέτει πως δεν βλέπουμε το remake και το πρωτότυπο σαν διαφορετικές οντότητες. Δεν χρειάζεται να δούμε τις ανησυχίες της Mulan, αφού τις έχουμε δει ήδη στην παλιά ταινία. Αυτό που χρειάζεται να δούμε είναι το Γρύλο, αλλά αυτή τη φορά αντί για κωμικό sidekick έντομο, είναι ένας στρατιώτης χωρίς λόγο ύπαρξης στη ιστορία. Χρειάζεται να έχουμε σκηνή με τη προξενήτρα πανομοιότυπη με το πρωτότυπο. Χρειάζεται να έχουμε μια μάχη που καταλήγει σε χιονοστιβάδα. Γιατί επιμένει η ταινία να μας υπενθυμίζει την ύπαρξη μιας ανώτερης εκδοχής της; Γιατί το κοινό θα χειροκροτήσει.
Το remake ανήκει σε εντελώς άλλο είδος κινηματογράφου από το πρωτότυπο και έχει την ελευθερία και πιθανά την υποχρέωση να κάνει κάτι νέο. Αντ’αυτού επιλέγει να διατηρήσει τα πιο επιφανειακά στοιχεία της πρωτότυπης ταινίας, να ξεφορτωθεί την ουσία και μαζί της το πλούσιο συναισθηματικό της υπόβαθρο.
Η μόνη σύγκριση που θα μπορούσε ποτέ να καταλήξει υπερ του remake είναι αυτή των κακών και αυτό επειδή δεν υπάρχει έντονος ανταγωνισμός. Ο Jason Scott Lee είναι αρκετά καλός ώς ο αδίσταχτος πολέμαρχος Bhori Khan που επιζητά εκδίκηση από τον αυτοκράτορα, αλλά η παρουσία του στη ταινία είναι σχεδόν μηδαμινή. Η shapeshifting μάγισσα που τον βοηθά επειδή της επιτρέπει να χρησιμοποιεί το τσι της θα ήταν δυνητικά μια ενδιαφέρουσα αντίθεση στο χαρακτήρα της Mulan. Τι κρίμα λοιπόν που οι σεναριογράφοι δεν έχουν ιδέα πως να εκμεταλλευτούν τη μόνη ενδιαφέρουσα προσθήκη τους, πέρα από το να της δώσουν ένα βιαστικό και απόλυτα βεβιασμένο arc αλά Darth Vader συνοδευόμενο από όλες τις γνωστές ατάκες κλισέ: “We are not so different you and I”, “Join me” κ.ο.κ. Μια χαμένη ευκαιρία που θα μπορούσε ως ένα βαθμό να σώσει τη ταινία.
Σχετικά με τα κωμικά και μουσικά στοιχεία του πρωτότυπου, όπως προείπα είτε απουσιάζουν εντελώς είτε χρησιμοποιούνται καθαρά για φτηνές επικλήσεις στη νοσταλγία. Οι πιο γνωστοί στίχοι των πρωτότυπων τραγούδιων χρησιμοποιούνται σε διαλόγους λες και οι δημιουργοί μας κλείνουν πονηρά το μάτι. Οι χαρακτήρες των συντρόφων της Μουλάν υπάρχουν αλλά έχουν μηδαμινή αλληλεπίδραση μαζί της και κανένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό.
Το πιο προσβλητικό για μένα όμως ήταν η χρήση της μελωδίας του εξαιρετικού τραγουδιου Reflection σε μια σκηνή μάχης που δεν έχει καμία σχέση με το αρχικό του context. Ο στόχος είναι τόσο προφανής και τόσο ατσούμπαλα εκτελεσμένος, που δεν μπορώ να κατανοήσω πως γίνεται κάποιος να πέσει θύμα τόσο ξεκάθαρης χειραγώγισης. Μια περίπτωση που νομίζω συνοψίζει ιδανικά την εμπειρία αυτών των remake. Μια σκηνή που δεν έχει κερδίσει απολύτως τίποτα συναισθηματικά, χρησιμοποιεί με κρύο, μεθοδικό τρόπο το επιτυχημένο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα άλλων, ώστε να εκμαιεύσει από το κοινό την αναμενόμενη αντίδραση.
Προς μεγάλη μου έκπληξη δεν υπάρχει κανένα ίχνος του fan-favorite δράκου Mushu. Αναρωτιέμαι αν πρόκειται για μια σπάνια ένδειξη εγκράτειας από πλευράς Disney, ή αν σχετίζεται με την γνωστή αποστροφή που δείχνει το κινέζικο κοινό προς μια συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα ανθρώπων. Πρωτύτερα ξεκαθάρισα τα προβλήματα που έχω με το συγκεκριμένο χαρακτήρα, αλλά ακόμα και εγω προτιμώ κάτι ενίοτε ενοχλητικό, από το απόλυτο τίποτα. Απ’ότι φαίνεται όμως η Disney συνολικά δεν ήταν πρόθυμη να αντικαταστήσει ό,τι έκανε το κινούμενο σχέδιο ξεχωριστό με κάτι παραπάνω από το απόλυτο τίποτα.
Στο remake το πνεύμα προστάτης της οικογένειας αντι για δράκο, είναι το γνωστό κλισέ του φοίνικα. Μας ενημερώνει ο πατέρας της Mulan γα την υπαρξή του, σε ένα πολύ προφανές setup και σε λιγότερο από δέκα λεπτά έχει γίνει ήδη το pay off με το φοίνικα να πηγαίνει να προστατεύσει τη Mulan. Προστασία με την ευρύτερη έννοια βέβαια, διότι ο φοίνικας ποτε δεν παίζει κάποιο ρόλο στην ιστορία και υπάρχει μονάχα ως ένας επώδυνα προφανής συμβολισμός.
Γενικότερα όλο το σενάριο αποτελείται από τεμπέλικα setups που οδηγούν άμεσα σε pay off, τα οποία η ταινία δεν έχει κάνει ούτε την υποτυπώδη προσπάθεια να κερδίσει. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Το love interest της Mulan δηλώνει πως θα προστατεύσει τους συμπολεμιστές τους, ενώ η ίδια δείχνει να αδιαφορεί. Δύο σκηνές μετά ξαφνικά έχει γίνει κολλητή μαζί τους. Κυριολεκτικά στη πρώτη τους αλληλεπίδραση η εχθρική μάγισσα της λέει πως πρέπει να πάψει να υποκρίνεται κάποιον που δεν είναι. Στην αμέσως επόμενη σκηνή η Mulan αφήνει το μαλλί κάτω και γίνεται Wonder Woman. Πριν τη κορύφωση της ταινίας η Mulan, μόλις στην τρίτη σκηνή της με τη μάγισσα, την πείθει να προδώσει τον Khan. Δεν μπορώ να καταλάβω αν οι σεναριογράφοι δεν εμπιστεύονται πως το κοινό τους μπορεί να αντιδράσει σε κάτι άλλο πέρα από την άμεση, άκοπη ικανοποίηση των αφηγηματικών προβλημάτων ή αν λείπουν σκηνές. Κρίνοντας βέβαια από το υπόλοιπο μοντάζ, ίσως η δεύτερη υπόθεση είναι πιο κοντά στην αλήθεια.
Όταν συνειδητοποίησα πως η νέα Mulan θα άνηκε στη κατηγορία των wuxia ταινιών, δεν περίμενα ακριβώς και το Crouching Tiger Hidden Dragon, ούτε το Hero. Περίμενα τουλάχιστον κάτι ικανό. Η γοητεία των σκηνών μάχης αυτών των ταινιών έγκειται στη δημιουργικότητα, την άψογη εκτέλεση, τη κομψότητα και την προσοχή στη λεπτομέρεια. Στη Mulan από την άλλη, κάθε φορά που συμβαίνει κάτι ελαφρώς πιο έντονο από απλό διάλογο, η ταινία παθαίνει επιληψία. Το editing ακολουθεί το παράδειγμα των ταινιών Taken, με συνεχή κοψίματα, δίχως σκοπό ή λογική, να μετατρέπουν και την πιο απλή σκηνή δράσης σε ένα ακατανόητο χάος. Με λίγα λόγια είναι αδικαιολόγητα άθλιο.
Φυσικά δεν βοηθάει και η φανερή απειρία της σκηνοθέτιδας Niki Caro με το είδος. Φέρεται να επέλεξε να τραβήξει τις σκηνές δράσεις σε high frame rate για να επιλέξει ποιες λήψεις θα μετατρέψει μετά σε slow motion. Αυτή η επιλογή όμως κάνει τα πάντα να φαίνεται ότι κινούνται με έναν υπερβολικά γρήγορο, αφύσικο τρόπο και σε συνδυασμό με το μοντάζ δίνουν ένα πολύ ψεύτικο αποτέλεσμα. Εν τέλει ακόμα και οι λήψεις όπου έγιναν slow motion είναι περίσσιες και αχρείαστες, οπότε η απόφαση αυτή ήταν εξαρχής λανθασμένη.
Δεν περίμενα πως θα χρειαζόταν να παραπονεθώ σε μια ταινία Disney, με budget 200 εκατομμυρίων για τόσο βασικά τεχνικά κομμάτια, όπως το ερασιτεχνικό μονταζ ή το κακό dubbing. Δεν θέλω να ρίξω μεγάλο μερίδιο ευθύνης σε μια σχετικά άπειρη σκηνοθέτη, καθώς δεν μπορώ να φανταστώ τις πιέσεις του να δουλεύεις σε τέτοιο project έχοντας να διαχειριστείς ένα τόσο κακό σενάριο. Περισσότερο κατηγορώ την Disney σαν οντότητα, που φαίνεται να μην έχει καν τη θέληση να προσπαθήσει για κάτι αξιόλογο, αφού έχει σα δεδομένο πως η ταινία θα βγάλει τα λεφτά της ό,τι και να γίνει.
Τουλάχιστον η φωτογραφία της ταινίας είναι σποραδικά εντυπωσιακή και θα ήμουν πολύ ευγνώμων προς τους editors αν μου άφηναν παρπάνω απο 1 δευτερόλεπτο για να απολαύσω κάποια πλάνα. Η πρωταγωνίστρια αποτελεί την εξαίρεση σε ένα κατά τα άλλα καλό κάστ, με αξιοπρεπείς ερμηνείες από ηθοποιούς όπως ο Donnie Yen και ο Jet Li. Η παραγωγή, αν και για ακόμη μια φορά διαζευγμένη με την ιστορική πραγματικότητα του μύθου, είναι προσεγμένη και φιλόδοξη. Τα λιγοστά αυτά εύσημα που δίνω, δυστυχώς χάνονται σε μια μίζερη και βαρετή εμπειρία θέασης που γίνεται φευγαλέα διασκεδαστική χάρις στην ανικανοτητά της.
Ο κινηματογράφος είναι η τέχνη της ψευδαίσθησης. Τον απολαμβάνουμε με κλειστά τα φώτα, του δίνουμε την αδιάσπαστη προσοχή μας για 2 ώρες και υποκρινόμαστε ότι αυτό που βλέπουμε συμβαίνει πραγματικά, ενώ αυτός με τη σειρά του υπόσχεται πως δεν θα σπάσει την ψευδαίσθηση. Τώρα όλο και πιο συχνά οι ταινίες σπάνε αυτή την υπόσχεση. Το μεγάλο πρόβλημα με ταινίες σα τη Mulan δεν είναι η αποτυχία στους τεχνικούς παράγοντες. Είναι η αμετανόητη διαφάνεια σχετικά με τη δημιουργία και τη φύση τους. Οι παρασκηνιακές αποφάσεις και ο σκοπός τους είναι πλέον τόσο εμφανής που γίνεται αντιληπτός κατά τη διάρκεια της θέασης. Ένα κενό, κυνικό προϊόν δίχως ψυχή, κατασκευασμένο σε γραμμή παραγωγής, εγκεκριμένο από επιτροπή, στοχευμένο σε μια παγκόσμια αγορά. Ένα φτηνό στην ακρίβεια του κακέκτυπο που στολίζεται στα χρώματα του πρωτότυπου χωρίς σκέψη και σεβασμό για το τι αντιπροσώπευε.
Το έτος 2019, οκτώ από τις δέκα ταινίες με τα περισσότερα κέρδη στο box office ήταν παραγωγές της Disney. Ανάμεσα τους τα remake των Aladdin και Lion King, ταινίες που μέχρι πριν λίγα χρόνια θα θεωρούσα απίθανο να υποστούν τέτοια μεταχείριση. Ό,τι δημιούργησε με αγάπη η Disney επενδύωντας στη δημιουργία παιδικών αναμνήσεων, τώρα το σπιλώνει μαζεύοντας τα κέρδη της νοσταλγίας μας. Όσο η συνταγή δουλεύει και ο κόσμος καταναλώνει άκριτα το κινηματογραφικό junk food, η μονοπωλιακή της θηλιά στη κινηματογραφική βιομηχανία θα συνεχίζει να σφίγγει.