Ήταν Φεβρουάριος του 2015 όταν τον πρωτογνώρισα. Ο Stephen και η Jane στροβιλίζονταν στις μελωδίες του και ξετύλιγαν στη μεγάλη οθόνη το κουβάρι της ζωής τους. Η Θεωρία των Πάντων. Μια ταινία για τη ζωή του κορυφαίου φυσικού Stephen Hawking, ίσως λίγο πιο μελοδραματική απ’ όσο χρειαζόταν, αλλά με σπουδαία μηνύματα για τη ζωή, την ευτυχία και τη δύναμη της θέλησης, και με ένα εξαίσιο soundtrack να συνοδεύει κάθε πτυχή και κάθε γωνιά της ιστορίας του. Κύριος υπεύθυνος για τη μουσική της ταινίας ο συνθέτης Jóhann Jóhannsson που έκανε θαυμάσια δουλειά: ένα soundtrack που είναι μεγαλειώδες χωρίς να έχει επικό χαρακτήρα ή να είναι πομπώδες, και το οποίο μπλέκεται με τα γεγονότα και τις εικόνες της ταινίας, δίνοντας ζωντάνια, ένταση και συναίσθημα στις χαρές και τις δυσκολίες, τους θριάμβους και τις αποτυχίες της ζωής του Hawking που παρουσιάζονται στην ταινία.
Στις 14 Μαρτίου 2018 η επιστημονική κοινότητα θρήνησε την απώλεια του Stephen Hawking σε ηλικία 76 ετών (παρόλο που όταν στα 21 του χρόνια οι γιατροί διέγνωσαν τη νόσο του κινητικού νευρώνα από την οποία έπασχε, του έδιναν μόνο δύο χρόνια ζωής). Το πρωτοποριακό επιστημονικό έργο που άφησε πίσω του θα μνημονεύεται για πολλά χρόνια ακόμα, ενώ μέσω των έργων εκλαϊκευμένης επιστήμης που έχει γράψει, οι ιδέες και οι θεωρίες του έχουν γίνει γνωστές στο ευρύ κοινό. “Η Θεωρία των Πάντων” είναι μόνο μία από τις ταινίες και τα ντοκιμαντέρ που έχουν κυκλοφορήσει για τη ζωή και το έργο του.
Αμέσως μετά την προβολή της ταινίας, έσπευσα να αναζητήσω περισσότερες πληροφορίες για τον Jóhann Jóhannsson. Όπως αποδείχθηκε, ο Ισλανδός συνθέτης είχε ήδη γράψει μεταξύ άλλων μουσική για ταινίες και σειρές στη χώρα του, ενώ έγινε ευρύτερα γνωστός σε όλο τον κόσμο γράφοντας τη μουσική για την ταινία Prisoners του Denis Villeneuve, που κυκλοφόρησε το 2013. Μετά το score του για το The Theory of Everything του James Marsh, για το οποίο κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα και μια υποψηφιότητα για το Όσκαρ καλύτερης μουσικής επένδυσης, ο Jóhannsson συνεργάστηκε ξανά με τον Villeneuve στις επόμενες ταινίες του, Sicario (2015) και Arrival (2016). Με αυτά τα original scores ήρθαν κι άλλες υποψηφιότητες για βραβεία, και πάνω απ’ όλα ο θαυμασμός και η αναγνώριση από το κινηματογραφικό κοινό για την ποιότητα και την εκφραστικότητα της μουσικής του. Ο συνθέτης απέδειξε ότι η μουσική του δεν έχει όρια: από την ανατριχιαστική αγωνία του Prisoners, έως το μυαλό ενός επιστήμονα και μια ρομαντική ιστορία αγάπης στο The Theory of Everything, και από την ωμότητα και την ένταση του Sicario, ως τους απόκοσμους ήχους του Arrival. Καθένα από αυτά τα soundtracks διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα ως προς το ύφος, και προσθέτει πολλούς πόντους στην κινηματογραφική εμπειρία της αντίστοιχης ταινίας.
Η αλήθεια είναι, όμως, ότι δεν χρειάστηκαν τα παραπάνω soundtracks για να αποκαλυφθεί το ταλέντο και το εύρος των δυνατοτήτων του, καθώς αυτό είχε ήδη συμβεί αρκετά νωρίτερα μέσα από πληθώρα μουσικών projects. Ξεκίνησε να μαθαίνει πιάνο και τρομπόνι από την παιδική του ηλικία, και μετά τις σπουδές του συμμετείχε σε shoegaze και indie rock συγκροτήματα. Βασικός του στόχος ήταν να ενθαρρύνει τις συνεργασίες μεταξύ μουσικών που εκπροσωπούσαν διαφορετικά είδη μουσικής, και ο προσωπικός του ήχος αναδύθηκε μέσα από αυτούς τους πειραματισμούς. Το κυριότερο χαρακτηριστικό της μουσικής του είναι ο συνδυασμός του ορχηστρικού με τον ηλεκτρονικό ήχο, ενώ επιπλέον σε κάποια έργα του ηχογραφεί τα μουσικά όργανα και επεξεργάζεται τον ήχο με ψηφιακά φίλτρα.
Έχει κυκλοφορήσει οχτώ προσωπικούς δίσκους, ανάμεσα στους οποίους και το “IBM 1401, A User’s Manual”, στο οποίο έχει χρησιμοποιήσει ως μέρος της σύνθεσης ήχους από το ομώνυμο μοντέλο υπολογιστή της IBM (του 1959!), αντλώντας έμπνευση από τον πατέρα του που ήταν μηχανικός στην IBM και συνήθιζε να φτιάχνει “μουσική” από τους ήχους του hardware της εποχής στα διαλείμματά του. Ο Jóhannsson δημιούργησε το 1999 μαζί με άλλους Ισλανδούς μουσικούς το Apparat Organ Quartet, το οποίο κυκλοφόρησε δύο δίσκους και έχει κάνει περιοδείες ανά τον κόσμο. Εκτός από τις ταινίες που αναφέρθηκαν προηγουμένως, ο συνθέτης έχει γράψει μουσική για δεκάδες λιγότερο γνωστές ταινίες, για τηλεοπτικές σειρές και για θεατρικές παραστάσεις. Επίσης, έχει γράψει τη μουσική για μια ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους που έχει σκηνοθετήσει ο ίδιος και καταγράφει πλάνα από ένα ταξίδι του στην Ανταρκτική.
Η μουσική ωριμότητα την οποία είχε κατακτήσει αποτυπώνεται τόσο μέσω της τελειομανίας, όσο και μέσω της ικανότητάς του να βλέπει πέρα από το προσωπικό του συμφέρον για την προώθηση του έργου του, και κατευθείαν στο όραμα του εκάστοτε κινηματογραφικού ή άλλου δημιουργού. Ο Jóhannsson είχε αναλάβει να γράψει τη μουσική τόσο για το Blade Runner 2049 σε σκηνοθεσία Villeneuve, όσο και για το mother! του Darren Aronofsky. Εν τέλει όμως κανένα από τα δύο scores που έγραψε δεν χρησιμοποιήθηκε. Στην πρώτη περίπτωση, ο Villeneuve θέλησε κάτι που να πλησιάζει περισσότερο στη μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου της πρώτης ταινίας, και οι Hans Zimmer και Benjamin Wallfisch ανέλαβαν να δημιουργήσουν το τελικό score που χρησιμοποιήθηκε. Στη δεύτερη περίπτωση, μετά από δοκιμές και πειραματισμούς με τη μουσική της ταινίας, ο συνθέτης αποφάσισε πως σε μια ταινία που δεν χωρούν ημίμετρα, καλύτερα να αφαιρεθεί τελείως το score, και ανέλαβε ρόλο “συμβούλου μουσικής και ήχου” στην ταινία.
O Jóhann Jóhannsson έφυγε από τη ζωή ένα περίπου μήνα πριν από τον Hawking, στις 9 Φεβρουαρίου 2018, σε ηλικία 48 ετών. Χιλιάδες άνθρωποι, φίλοι, συνεργάτες, και θαυμαστές, έσπευσαν να εκφράσουν τη θλίψη τους για την απώλεια, και την ευγνωμοσύνη τους για τη μουσική του και την έμπνευση που τους προσέφερε. Σύμφωνα με τα κοντινά του πρόσωπα, ήταν ένα πολύ χαρισματικό και δημιουργικό άτομο, με ισχυρό καλλιτεχνικό όραμα, βαθιά κατανόηση της μουσικής και διάθεση να πειραματιστεί και να ξεφύγει από τις συμβάσεις. Ζούσε για τη μουσική και η μουσική ήταν τα πάντα γι’ αυτόν.
Δεν θέλησα ποτέ να χρησιμοποιήσω σαν αφορμή γι’ αυτό το άρθρο τον θάνατο του καλλιτέχνη, αφού το έργο του είναι παραπάνω από αρκετό για να σταθεί σαν αιτία και σαν αφορμή. Και αν η δουλειά, το μεράκι και η δύναμη των συνθέσεών του είναι η αιτία, δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη αφορμή από την εκτέλεση ενός έργου του στη χώρα μας. Αυτό συνέβη πριν λίγες μέρες, στις 18 Ιουνίου 2018, όταν στα πλαίσια του Summer Nostos Festival (SNF) παρουσιάστηκε το Drone Mass, ένα εξηντάλεπτο ορατόριο του Ισλανδού συνθέτη, που συνδυάζει μελωδίες έγχορδων οργάνων, ηλεκτρονικών ήχων και φωνητικών. Το έργο αυτό έκανε πρεμιέρα στον αιγυπτιακό ναό του Dendur στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης το 2015, και φέτος ήρθε στην Ελλάδα και παρουσιάστηκε από το American Contemporary Music Ensemble (ACME) και το Theatre of Voices. Ήταν ένα κατανυκτικό, μυστηριακό και υποβλητικό θέαμα, μια εμπειρία των αισθήσεων, και μια προσπάθεια για την αναζήτηση της πνευματικότητας.
Οι μουσικές σου θα ταξιδεύουν μαζί μας για πάντα. Μακάρι η δημιουργικότητα και οι ιδέες σου να βρουν άξιους συνεχιστές. Ευχαριστούμε.
Το ομότιτλο κομμάτι από τον έκτο δίσκο με τίτλο “Fordlandia” σε ζωντανή εκτέλεση